Wednesday 14 March 2012

14.3.2012 • Shall I compare thee to a summer’s night?

My first sonnet; very much an exercise (and I must admit it shows), but a useful and pleasant one.

Shall I compare thee to a summer’s night?

Shall I compare thee to a summer’s night?
Thou art much fresher and much less subdued.
Shall I compose for thee a sonnet bright?
My skill with verse and rhyme’s but harsh and crude.

Shall I attempt to jest without respite
Or make pronouncements of great magnitude?
Few ever did such alien acts requite;
But fools and madmen ever thusly wooed.

Though yet if I the senses to delight
Were so much blest, that with both arts imbued
I could a single verse recite,
And to both compliment and jest allude:
 These lines were witty then, and full of praise,
 And not a feeble attempt to turn a phrase.

Thursday 8 March 2012

8.3.2012 • mens

Κάθε μυαλό περιτριγυρίζεται
από έναν ανεπαίσθητο, σπογγώδη εγκέφαλο
που περιπλανιέται μες στη νύχτα
ενός ιδιαίτερου, προσωπικού κρανίου
πορώδους και κούφιου, γεμάτου σύννεφα και
κάλπικ’ άστρα.

Ο ήλιος τραβάει στη σίγουρη πορεία του
το δρόμο συρτά στο στερέωμα·
τα πλατυά οστά βγάζουν μια συριστική κραυγή, έναν ήχο
που θυμίζει αυγού τσόφλι κλούβιου σαν
το γραντζουνάει ένα σκουριασμένο πιρούνι
κι οι πόροι αστρίζουν σαν τις πευκοβελόνες
σ’ ένα υποκατάστατο χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Κι έτσι μέσα είναι πάντα νύχτα, πάντα
νύχτα μέσα στο κύτταρο της μοναδικότητας,
της ενικότητας, της μοναξιάς του είναι
μέσα στο κύτταρο. Αλλά με τον καιρό
οι πόροι μεγαλώνουν και η νύχτα φωτίζει,
κι άλλο, κι άλλο ολοένα μέχρι που
πιάνεται μια ηλιαχτίδα στο μεγαλύτερο
ή τον θρασύτερο πόρο, λυσομανάνε τα γρανάζια
κι οι βραγχίονες και σπάει ένας κρίκος
κι ένα κομμάτι ήλιος πυρωμένο γκρεμίζεται
μες στα βάθη του λυκόφωτος της γερασμένης νύχτας.

Ο εγκέφαλος λυγίζει αμέσως και το μυαλό ξεμυαλισμένο
απ’ το πίπτον άστρο δε σκέφτεται καν να φυλαχτεί.

Sunday 4 March 2012

4.3.2012 • φορές φορές

φορές φορές

μια φορά

περπατάω στο πεζοδρόμιο
σαν ένα μεγάλο πεζούλι
οι άστεγοι ρουφάνε απ' τα κόκκαλα
τις τελευταίες σταγόνες
ένα μικρό παιδάκι
κυνηγάει τα περιστέρια
σαν ένας γίγαντας
ένα πολιτικοοικονομικό τέρας
σίγουρα στην αφήγησή τους
καμμιά φορά
σε ένα ποίημα χωρίς ρυθμό
χωρίς κόμματα
χωρίς ρήμα
σταγόνες βρωμόνερο
όξινη βροχή
στο πορώδες στεγανό εσωτερικό του κρανίου μου
μια αδιάκοπη ρανίδα γυαλόχαρτου
κοινός τόπος
ρημαγμένος
σαν
απέραντη
έρημος

3.3.2012 • χορός από σας για σας

χορός από σας για σας

Ένα καλοκαίρι σαν όλα τα άλλα όλα φαίνονταν να σταμάτησαν–όλα· και τότε άρχισε να χορεύει. Η σιωπή σαν να άρπαξε με την καλοκαιριάτικη βία της χέρια, πόδια, μάτια και στόμα και να τα έσυρε στο χορό μέσα από αμμουδιές, χαλίκια και μαύρη ρευστή άσφαλτο.

Μπορεί να ήταν και το αντίθετο, μπορεί ο χορός να άρπαξε όλα τα μέλη και τις αισθήσεις και να επέβαλλε την απόλυτη σιωπή σ’ όλον τον υπόλοιπο κόσμο εκτός απ’ το χορό. Κανείς δεν θα μπορούσε να πει το ένα πιο πιθανό απ’ τ’ άλλο χωρίς ίχνος αμφιβολίας.
Όπως και νά ’χει, ο χορός κυρίευσε το πεδίο, κυρίευσε τον ορίζοντα, κυρίευσε τον ουρανό, τα σύννεφα, τον ήλιο και το φεγγάρι (το φεγγάρι ιδίως), ξερίζωσε τα αγριόχορτα και τα έκανε κόκκινο ζωμό που μόνο στη θύμηση δεν έμοιαζε αίμα, το λογικό, το θυμικό, το μυαλό και το κορμί και τα έριξε όλα στο απέραντό του πεδίο, όπου όλα μπλέκονται και όλα συντίθενται και τίποτα δεν ξαναβγαίνει ίδιο.
Και την επομένη, μ’ ένα ξύλο στο χέρι, περπάτησε το μονοπάτι μέχρι την κορφή του βουνού κι αγνάντεψε την καταστροφή, το ρημαγμό που είχε αφήσει πίσω της η ξέφρενη μανία της διονυσιακής νύχτας.

responding to: